Λυκίας

Λυκίας
Λυκίᾱς , Λύκιος
the Lycians
fem acc pl
Λυκίᾱς , Λύκιος
the Lycians
fem gen sg (attic doric aeolic)
Λυκίᾱς , Λυκία
from Lycia
fem acc pl
Λυκίᾱς , Λυκία
from Lycia
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ξάνθος — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • ξάνθος — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • ξανθός — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • Σόλυμοι — Αρχαίος πολεμικός λαός της Λυκίας, που κατοικούσε στα Σόλυμα όρη. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Όμηρου ο λαός αυτός ήταν εχθρικός προς τους Λύκιους, με τους οποίους ήρθε επανειλημμένα σε σύγκρουση. Κάποτε ο βασιλιάς της Λυκίας Προίτος έστειλε εναντίον …   Dictionary of Greek

  • πατάρα — Αρχαία πόλη της Λυκίας στη Μικρά Ασία. Ήταν χτισμένη ανάμεσα στις εκβολές του ποταμού Ξάνθου και στον όρμο του Αντιφέλου. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Στράβωνα, ιδρύθηκε από τον Πάταρο, το γιο του Απόλλωνα και της Λυκίας, της κόρης του Ξάνθου. Όπως… …   Dictionary of Greek

  • γαγάτης — Οργανικό πετράδι αποτελούμενο κυρίως από άνθρακα. Έχει χρώμα μαύρο ή καστανόμαυρο και αποτελεί ποικιλία του λιγνίτη. Η ονομασία του αποδίδεται στην αρχαιοελληνική έκφραση λίθος γαγάτης, δηλαδή λίθος (πέτρα) από τη Γάγα, πόλη της Λυκίας της Μικράς …   Dictionary of Greek

  • γλαυκός — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… …   Dictionary of Greek

  • γλαύκος — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… …   Dictionary of Greek

  • Άντεια — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του βασιλιά της Λυκίας Ιοβάτη. Παντρεύτηκε τον Προίτο, όταν αυτός κατέφυγε στη Λυκία, διωγμένος από το Άργος από τον αδελφό του Ακρίσιο. Μετά τον γάμο τους, ο Προίτος με τη βοήθεια του πεθερού του ξαναγύρισε στην πατρίδα… …   Dictionary of Greek

  • Τελμησσός — Γράφεται και Τελμισσός. Ονομασία 2 αρχαίων πόλεων της Μικράς Ασίας. 1. Πόλη της Μικράς Ασίας, στη δυτική παραλία της Λυκίας, στον μυχό του κόλπου Γλαύκου, τον σημερινό κόλπο της Μάκρης. Είχε μαντείο του Απόλλωνα, το οποίο συμβουλεύτηκε το 333 ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”